1 Νοεμβρίου, 2015
Ο περιορισμός της τιμής για τα φωτοβολταϊκά συστήματα, μείωσε σημαντικά την απόδοση της επένδυσης και έφερε το χώρο σε αδιέξοδο, από το οποίο μπορεί εντούτοις να «αποδράσει», μέσω του ενεργειακού συμψηφισμού.
Tα τελευταία χρόνια, η γρήγορη ανάπτυξη των φωτοβολταϊκών στη χώρα μας βασίστηκε στο μοντέλο των εγγυημένων τιμών πώλησης ή αλλιώς Feed-in-Tariffs (FiT). Πρόκειται για ένα μοντέλο που αναπτύχθηκε στη Γερμανία φέρνοντας την στην κορυφή των χωρών με τη μεγαλύτερη διείσδυση φωτοβολταϊκών, παρά την πολύ χαμηλή της ηλιοφάνεια. Η αυτούσια εφαρμογή του γερμανικού μοντέλου στη χώρα μας, σε συνδυασμό με τις ιδιαιτερότητες της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, δημιούργησαν ένα μεγάλο οικονομικό έλλειμμα που, σύμφωνα με τις προβλέψεις του λειτουργού της αγοράς ΛΑΓΗΕ, θα ξεπεράσει τα 1,4 δις το τέλος του 2014. Είναι προφανές ότι, στη χώρα μας, εκτός από το μοντέλο λειτουργίας της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, πρέπει να αλλάξει και το μοντέλο ένταξης των νέων φωτοβολταϊκών μονάδων, αλλά και γενικότερα των άλλων τεχνολογιών ΑΠΕ.
Τον τελευταίο καιρό στη χώρα μας, πληθαίνουν διαρκώς οι φωνές για την υιοθέτηση ενός άλλου μοντέλου που βασίζεται στην ιδιοκατανάλωση και είναι γνωστό ως ενεργειακός συμψηφισμός. Το μοντέλο αυτό είναι ιδιαίτερα διαδεδομένο στις ΗΠΑ με την ονομασία Net Metering (ελληνιστί ενεργειακός συμψηφισμός). Το Net Metering επιτρέπει στον τελικό καταναλωτή να εγκαταστήσει ένα σύστημα παραγωγής, προκειμένου να καλύψει τις ανάγκες του σε ηλεκτρική ενέργεια. Ο ενεργειακός συμψηφισμός προβλέπεται να εφαρμοσθεί σύντομα και στη χώρα μας, αφού σύμφωνα με το ΥΠΕΚΑ, θα αποτελεί μέρος του νέου νομοσχεδίου για τις ΑΠΕ που θα κατατεθεί σύντομα για ψήφιση στη Βουλή.
Τι είναι το Net Metering
Το Net Metering αναφέρεται σε μια συμφωνία μεταξύ της εταιρείας ηλεκτρισμού και ενός καταναλωτή ηλεκτρικού ρεύματος, που εγκαθιστά ένα τοπικό σύστημα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Η συμφωνία προβλέπει ότι, αν κατά τη διάρκεια μιας περιόδου καταμέτρησης, η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας είναι μεγαλύτερη από την κατανάλωση, το πλεόνασμα πιστώνεται στο επόμενο τιμολόγιο χρέωσης. Αν η παραγωγή είναι μικρότερη από την κατανάλωση, ο καταναλωτής χρεώνεται μόνο για τη διαφορά. Αν με το κλείσιμο ενός έτους από την εγκατάσταση του συστήματος παραγωγής, υπάρχει τελικά περίσσεια ενέργειας, αυτή χάνεται και η διαδικασία ξεκινά από την αρχή για το επόμενο έτος.
Αν κατά τη διάρκεια ενός έτους το σύστημα παραγωγής παράγει ενέργεια ίση με τη συνολική ετήσια κατανάλωση, ο καταναλωτής δεν πληρώνει τίποτε στην εταιρεία ηλεκτρισμού.
Τα βασικά πλεονεκτήματα του Net Metering είναι:
• Παρέχει στον καταναλωτή τη δυνατότητα να παράγει μόνος του φθηνή ηλεκτρική ενέργεια, προστατεύοντας τον ταυτόχρονα από τις συνεχόμενες αυξήσεις των χρεώσεων, αρκεί να καταβάλει μια και καλή, ένα συγκεκριμένο χρηματικό πόσο για την προμήθεια και εγκατάσταση των φωτοβολταϊκών.
• Δεν υπάρχει χρηματική δοσοληψία με την Πολιτεία, αφού η παραγόμενη ενέργεια δεν πωλείται έναντι χρηματικού ανταλλάγματος. Συνεπώς, δεν υπάρχουν έσοδα που μπορεί να φορολογηθούν, ούτε κάποια τιμή πώλησης, η οποία αργότερα μπορεί να μειωθεί.
Στη χώρα μας, το σημερινό κόστος ηλεκτρικού ρεύματος και οι σημερινές τιμές προμήθειας και εγκατάστασης φωτοβολταϊκών, καθιστούν το Net Metering μια συμφέρουσα επιλογή για τις μεγάλες οικιακές καταναλώσεις καθώς και για τη μεγάλη πλειοψηφία των εμπορικών καταναλώσεων.
Το Net Metering όμως, μπορεί να δώσει διέξοδο και στους μικρούς καταναλωτές, αφού τους δίνει ένα σημαντικό κίνητρο για να καλύψουν ένα μεγάλο μέρος των πάγιων ενεργειακών τους αναγκών χρησιμοποιώντας ηλεκτρική ενέργεια. Τυπικό παράδειγμα αποτελεί η αντικατάσταση του καυστήρα πετρελαίου από μία αντλία θερμότητας.
Τον τελευταίο χρόνο, η Πολιτεία αύξησε σημαντικά την τιμή του πετρελαίου θέρμανσης. Πολλοί καταναλωτές αναγκάστηκαν να περιορίσουν την κατανάλωσή τους ή στράφηκαν σε άλλες οικονομικότερες εναλλακτικές.
Μια εναλλακτική ήταν και η εγκατάσταση αντλίας θερμότητας. Η χρήση όμως αυτών των αντλιών περιορίσθηκε από το φόβο των καταναλωτών για τις διαρκείς αυξήσεις στο κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας.
Ας δούμε όμως ένα τυπικό παράδειγμα:
Μια τυπική μονοκατοικία
Ας θεωρήσουμε ως τυπικό παράδειγμα μια τετραμελή οικογένεια που κατοικεί σε μια μονοκατοικία περίπου 150 τ.μ. με καυστήρα πετρελαίου που τροφοδοτεί ένα κλασικό σύστημα θέρμανσης με θερμοπομπούς (καλοριφέρ). Κατά κύριο λόγο, η οικογένεια καλύπτει τις ανάγκες της για ζεστό νερό χρήσης, με έναν ήδη εγκατεστημένο ηλιακό θερμοσίφωνα.
Το ετήσιο κόστος ηλεκτρικής ενέργειας και θέρμανσης είναι:
Κατανάλωση ηλ/κής ενέργειας:
4.500 kWh x 0,16€/kWh ~750 €
Πετρέλαιο θέρμανσης:
2.000 lt x 1,30 €/lt ~2.600 €
Σύνολο 3.350 €
Το μέσο κόστος ηλεκτρικού ρεύματος 0,16 €/kWh, δεν περιλαμβάνει μόνο το κόστος της ΔΕΗ, αλλά και τις ρυθμιζόμενες χρεώσεις, το Ειδικό Τέλος Μείωσης Αερίων Ρύπων (ΕΤΜΕΑΡ) και όλους τους φόρους. Δεν περιλαμβάνονται δημοτικά τέλη και φόροι, ΕΡΤ και ΕΕΤΗΔΕ.
Ας δούμε λοιπόν τις επιλογές που έχει στη διάθεσή της η συγκεκριμένη οικογένεια.
Εγκατάσταση μόνο φωτοβολταϊκών
Ας υποθέσουμε ότι, η συγκεκριμένη οικογένεια αποφασίζει να καλύψει μόνο τις ηλεκτρικές της καταναλώσεις με ένα σύστημα φωτοβολταϊκών που λειτουργεί κάνοντας Net Metering.
Επειδή η μέση ετήσια παραγωγή ενός φωτοβολταϊκού στη χώρα μας είναι περίπου 1.400 kWh ανά εγκατεστημένο kW, για να καλυφθούν οι ετήσιες ανάγκες της κατοικίας, αρκεί ένα μικρό φωτοβολταϊκό σύστημα ισχύος μόλις:
4.500 kWh ÷ 1.400 kWh/kWp 3,2 kW
Μια εγκατάσταση φωτοβολταϊκών 3,5 kW κοστίζει περίπου 7.000.
Αφού τα φωτοβολταϊκά θα καλύψουν μόνο την κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος που είναι περίπου 750 €, η απόσβεση της επένδυσης γίνεται σε περίπου 9 ½ χρόνια. Αν όμως λάβουμε υπόψη τις συνεχείς αυξήσεις των χρεώσεων του ηλεκτρικού ρεύματος, η τελική πραγματική απόσβεση του συστήματος μπορεί εύκολα να αγγίξει ακόμα και τα 7 ½ χρόνια.
Εγκατάσταση μόνο αντλίας θερμότητας
Ας υποθέσουμε τώρα ότι, η συγκεκριμένη οικογένεια αποφασίζει να αντικαταστήσει τον καυστήρα πετρελαίου με μια αντλία θερμότητας 8 kW, με συνολικό κόστος προμήθειας και εγκατάστασης περίπου 7.500 €.
Επειδή οι κλασικοί θερμοπομποί λειτουργούν σε θερμοκρασίες 65-70oC, η αντλία θερμότητας που θα χρησιμοποιηθεί πρέπει να είναι ειδικού τύπου.
Οι αντλίες αυτές είναι γνωστές και ως αντλίες θερμότητας υψηλών θερμοκρασιών και έχουν ονομαστικό συντελεστή απόδοσης (Coefficient of Performance – CoP) περίπου 2,5.
Δεδομένου ότι η θερμογόνος δύναμη του πετρελαίου είναι περίπου 10,8 kWh/lt πετρελαίου, για να θερμανθεί η κατοικία χρειάζεται περίπου:
2.000 lt πετρελαίου x 10,8 kWh/lt
21.600 kWh
Για να παραχθεί η συγκεκριμένη ποσότητα θερμότητας από μια αντλία θερμότητας υψηλών θερμοκρασιών, πρέπει να καταναλωθεί ηλεκτρική ενέργεια ίση με:
21.600 kWh : 2,5 = 8.640 kWh
Έτσι, οι ετήσιες ανάγκες της κατοικίας σε ηλεκτρική ενέργεια είναι:
Ηλεκτρικές καταναλώσεις:
Ηλεκτρικό ρεύμα: 4.500 kWh
Αντλία θερμότητας: 8.640 kWh
Σύνολο 13.140 kWh x 0,21 €/kWh 2.760 €
Στον πιο πάνω υπολογισμό, το μέσο κόστος ηλεκτρικού ρεύματος αυξήθηκε από 0,16 σε 0,21 € για κάθε κιλοβατώρα, αφού η αύξηση της συνολικής κατανάλωσης από την προσθήκη της αντλίας έχει ως αποτέλεσμα την αλλαγή κλιμακίου χρέωσης, τόσο στα τιμολόγια της ΔΕΗ, όσο και στις ρυθμιζόμενες χρεώσεις.
Το συνολικό ετήσιο κόστος μειώθηκε περίπου κατά 18% σε σχέση με την αρχική κατάσταση. Μια μείωση που, αν λάβουμε υπόψη μια λογική και σχετικά χαμηλή ετήσια αύξηση της τάξης του 4-5% στο κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας, θα εξανεμιστεί στα επόμενα 4 με 5 χρόνια. Βέβαια, το τελικό όφελος εξαρτάται και από τις παράλληλες αυξήσεις ή μειώσεις στο κόστος προμήθειας του πετρελαίου θέρμανσης.
Πρέπει να σημειωθεί ότι, αν η κατοικία διέθετε σύστημα θέρμανσης χαμηλών θερμοκρασιών (π.χ. ενδοδαπέδια θέρμανση ή fan coil), η εξοικονόμηση θα ήταν πολύ μεγαλύτερη, αφού οι αντλίες θερμότητας χαμηλών θερμοκρασιών παρουσιάζουν μεγαλύτερους συντελεστές απόδοσης CoP 3,5 ή ακόμα και 4,0. Το συγκεκριμένο παράδειγμα δεν εξετάζεται, αφού η πλειοψηφία των συστημάτων θέρμανσης στη χώρα μας περιλαμβάνει συστήματα θέρμανσης με θερμοπομπούς υψηλών θερμοκρασιών (καλοριφέρ).
Συνδυασμένη εγκατάσταση φωτοβολταϊκών και αντλίας θερμότητας
Δεδομένου ότι, η μέση ετήσια παραγωγή ενός φωτοβολταϊκού στη χώρα μας είναι περίπου 1.400 kWh ανά εγκατεστημένο kW, για να καλυφθούν οι συνολικές ετήσιες ανάγκες της κατοικίας σε ηλεκτρική ενέργεια που προκύπτουν συνολικά και μετά την εγκατάσταση της αντλίας θερμότητας, αρκεί ένα μικρό φωτοβολταϊκό σύστημα ισχύος:
14.000 kWh : 1.400 kWh/kWp
9,4 kW
Μια εγκατάσταση φωτοβολταϊκών 9,5 kW κοστίζει σήμερα από 15.000 έως 17.000 €, ένα κόστος το οποίο θα πρέπει να προστεθεί στο ποσό των 7.500 € της αντλίας θερμότητας.
Η συνολική επένδυση για την κατοικία είναι:
Αντλία θερμότητας: 7.500 €
Φωτοβολταϊκά: 16.000 €
Σύνολο 23.500 €
Με ένα συνολικό κόστος 23.500 €, η συγκεκριμένη οικογένεια έχει εξασφαλίσει τη θέρμανση της και το ηλεκτρικό της ρεύμα για περίπου 20 – 25 χρόνια, εξοικονομώντας περίπου 3.350 € κάθε χρόνο σε σχέση με την αρχική κατάσταση.
Με τις σημερινές τιμές ηλεκτρικού ρεύματος και πετρελαίου, το κόστος της επένδυσης αποσβένεται σε περίπου 7 χρόνια.
Αν λάβουμε υπόψη, τόσο την αύξηση του κόστους της ηλεκτρικής ενέργειας, όσο και του πετρελαίου θέρμανσης τα επόμενα χρόνια, η απόσβεση του συστήματος μπορεί εύκολα να αγγίξει ακόμα και τα 5 χρόνια μειώνοντας δραματικά τα ετήσια λειτουργικά κόστη της κατοικίας.
Συμπεράσματα
Το παράδειγμα δείχνει ότι, η δυνατότητα εφαρμογής του Net Metering στην εγκατάσταση φωτοβολταϊκών αλλά και γενικά στις ΑΠΕ, δεν πρέπει να εξετάζεται μονοδιάστατα και στα πλαίσια μόνο της υπάρχουσας κατανάλωσης.
Η φθηνή ηλεκτρική ενέργεια που παρέχει το Net Metering και η προστασία ως προς τις μελλοντικές αυξήσεις, παρέχουν κίνητρο στους τελικούς καταναλωτές να αυξήσουν την ηλεκτρική τους κατανάλωση, μετατρέποντας σε ηλεκτρική ενέργεια ένα μέρος από άλλες σημαντικές ενεργειακές ανάγκες όπως είναι η θέρμανση, η ψύξη ή ακόμα και η μετακίνηση με τη χρήση ενός ηλεκτρικού μέσου.
Νομοθετική κατοχύρωση του net-metering στα φωτοβολταϊκά
Το γεγονός ότι οι νέες εγγυημένες τιμές πώλησης της παραγόμενης από φ/β ενέργειας είναι πλέον χαμηλότερες από την λιανική τιμή αγοράς της ηλεκτρικής ενέργειας, ανοίγει το δρόμο για εφαρμογή συστημάτων net-metering και αυτοκατανάλωσης.
Προφανώς για να γίνει εφικτό κάτι τέτοιο, απαιτείται η θεσμική κατοχύρωση και του net-metering και της αυτοκατανάλωσης, αλλά και η προσαρμογή του ΔΕΔΔΗΕ στα νέα δεδομένα (π.χ. αποδοχή και προμήθεια μετρητών διπλής κατεύθυνσης, δραστική μείωση του κόστους σύνδεσης σε σχέση με τα σημερινά επίπεδα). Αναφέρουμε χαρακτηριστικά ότι το κόστος σύνδεσης ενός οικιακού συστήματος στην Ελλάδα είναι 800-1.000 € πλέον ΦΠΑ, όταν το αντίστοιχο κόστος στη Γερμανία είναι της τάξης των 150 €.
Σε κάθε περίπτωση, το σημερινό σύστημα των σταθερών εγγυημένων τιμών (έστω και χαμηλών) πρέπει να συνεχίσει να υπάρχει, καθώς οποιοδήποτε άλλο σχήμα θα απαιτήσει χρόνο για την ωρίμανση και επικράτησή του στην αγορά.
Το ερώτημα είναι ποιο είναι το καταλληλότερο σχήμα για την εφαρμογή του net-metering και της αυτοκατανάλωσης. Ο Σύνδεσμος Εταιριών Φωτοβολταϊκών πιστεύει πως το καταλληλότερο σχήμα θα ήταν να συνδέεται ο καταναλωτής με ένα μετρητή διπλής κατεύθυνσης και να χρεώνεται μόνο για την ενέργεια που καταναλώνει και υπερβαίνει την παραγόμενη στη διάρκεια μιας μετρητικής περιόδου. Στην περίπτωση που η παραγωγή υπερβαίνει την κατανάλωση, η περίσσεια αυτή θα μπορούσε να πιστώνεται λογιστικά στις επόμενες μετρητικές περιόδους, χωρίς, ωστόσο, να δύναται η πίστωση αυτή να υπερβεί μια συνολική χρονική διάρκεια (π.χ. ένα έτος).
Το σχήμα αυτό του net-metering κατευθύνει τον καταναλωτή να διαστασιολογήσει το σύστημά του κοντά στην ετήσια κατανάλωσή του για να μην έχει διαφυγόντα κέρδη.
Στην περίπτωση δύο μετρητών (εισερχόμενη-εξερχόμενη ενέργεια), αν και τεχνικά δεν υφίσταται ζήτημα, υπάρχει ο κίνδυνος ο συμψηφισμός να μην αφορά τους φόρους και τα τέλη και έτσι η αποπληρωμή του συστήματος να απαιτήσει πολύ περισσότερο χρόνο καθιστώντας την επένδυση μη ελκυστική.
Το σχήμα net-metering και αυτοκατανάλωσης μπορεί να εφαρμοστεί σε όλες τις στέγες χωρίς περιορισμούς ισχύος για να ανοίξει έτσι μια νέα αγορά (εμπορικές, αγροτικές, βιομηχανικές στέγες).
Δεδομένου ότι επίκειται νομοθετική ρύθμιση για το θέμα, παραθέτουμε παρακάτω τις προτάσεις του Συνδέσμου Εταιριών Φωτοβολταϊκών. Η πρόταση αποτελεί προσαρμογή της πρότασης που είχε δώσει προς δημόσια διαβούλευση το ΥΠΕΚΑ τον περασμένο Απρίλιο. Η πρόταση εκείνη προέβλεπε πως “η παραγόμενη ενέργεια από το σταθμό συμψηφίζεται σε κάθε κύκλο καταμέτρησης με την καταναλισκόμενη ενέργεια στις εγκαταστάσεις του αυτοπαραγωγού που τροφοδοτεί ο σταθμός. Τυχόν πλεόνασμα ενέργειας που προκύπτει από τον συμψηφισμό του προηγούμενου εδαφίου διοχετεύεται στο δίκτυο χωρίς υποχρέωση για οποιαδήποτε αποζημίωση στον αυτοπαραγωγό”.
Προτείνουμε την εξής διατύπωση του σχετικού άρθρου (αρθ. 10 στη δημόσια διαβούλευση):
“Εγκατάσταση φωτοβολταϊκών σταθμών και σταθμών μικρών ανεμογεννητριών από αυτοπαραγωγούς
Είναι δυνατή η εγκατάσταση φωτοβολταϊκών σταθμών και σταθμών μικρών ανεμογεννητριών από αυτοπαραγωγούς σε εγκαταστάσεις τους που συνδέονται στο δίκτυο. Για τις περιοχές που χαρακτηρίζονται από τη ΡΑΕ ως περιοχές με κορεσμένα δίκτυα, σύμφωνα με τη διαδικασία των δύο τελευταίων εδαφίων της περίπτωσης α` της παρ. 5 του άρθρου 3 του ν. 3468/2006 για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου καθορίζεται με απόφαση της ΡΑΕ περιθώριο ισχύος μετά από εισήγηση του διαχειριστή του δικτύου. Η παραγόμενη ενέργεια από το σταθμό συμψηφίζεται σε κάθε κύκλο καταμέτρησης με την καταναλισκόμενη ενέργεια στις εγκαταστάσεις του αυτοπαραγωγού που τροφοδοτεί ο σταθμός. Ο αυτοπαραγωγός χρεώνεται μόνο για τη διαφορά μεταξύ καταναλισκόμενης-παραγόμενης ενέργειας και τυχόν χρεώσεις, φόροι και τέλη που βαρύνουν την κατανάλωση, επιβάλλονται μόνο επί αυτής της διαφοράς. Τυχόν πλεόνασμα ενέργειας που προκύπτει από τον συμψηφισμό παραγόμενης-καταναλισκόμενης ενέργειας κατά τη διάρκεια ενός κύκλου καταμέτρησης πιστώνεται λογιστικά στον αυτοπαραγωγό κατά τους επόμενους κύκλους καταμέτρησης, έως και τον μηδενισμό του ισοζυγίου καταναλισκόμενης-παραγόμενης ενέργειας σε διάστημα 12 μηνών. Τυχόν πλεόνασμα ενέργειας που προκύπτει από τον συμψηφισμό του προηγούμενου εδαφίου διοχετεύεται στο δίκτυο χωρίς υποχρέωση για οποιαδήποτε αποζημίωση στον αυτοπαραγωγό. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, μετά από εισήγηση του αρμόδιου Διαχειριστή και γνώμη της ΡΑΕ, καθορίζονται ο τύπος, το περιεχόμενο και η διαδικασία κατάρτισης των συμβάσεων συμψηφισμού ηλεκτρικής ενέργειας, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, καθώς και κάθε ειδικότερο θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια. Με την απόφαση του προηγούμενου εδαφίου είναι δυνατό να καθορίζεται αποζημίωση από τον προμηθευτή υπέρ του ειδικού διαχειριστικού Λογαριασμού του άρθρου 40 του ν. 2773/1999 (Α΄ 286) για ποσοστό του πλεονάσματος ενέργειας που προκύπτει από τον συμψηφισμό και διοχετεύεται στο δίκτυο χωρίς υποχρέωση για οποιαδήποτε αποζημίωση στον αυτοπαραγωγό.
Οι σταθμοί του παρόντος άρθρου εξαιρούνται από την αναστολή της αδειοδοτικής διαδικασίας βάσει των διατάξεων της περίπτωσης (β) της παρ. 3 του άρθρου 1 του ν.3468/2006, όπως προστέθηκε με το άρθρο 1 του ν.3851/2010. Οι διατάξεις του άρθρου 13 του ν. 3468/2006 και η διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 9 του παρόντος δεν εφαρμόζεται για τους σταθμούς για τους οποίους θα χορηγηθεί οριστική προσφορά σύνδεσης βάσει των διατάξεων του παρόντος άρθρου και συνεπώς θα συναφθεί η αντίστοιχη σύμβαση συμψηφισμού.
Η ισχύς των σταθμών του παρόντος άρθρου συνυπολογίζεται για την εκτίμηση της ενδεχόμενης κάλυψης των ορίων ισχύος που καθορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης (β) της παρ. 3 του άρθρου 1 του ν.3468/2006, όπως προστέθηκε με το άρθρο 1 του ν.3851/2010”.
Net metering στην Κύπρο για 2000 νοικοκυριά
Η Κύπρος, μέσω του προγράμματος net metering, πρόκειται να χρηματοδοτήσει 2.000 φωτοβολταϊκές εγκαταστάσεις σε οροφές κατοικιών χαμηλού εισοδήματος.
Το πρόγραμμα, που ανακοινώθηκε αυτή την εβδομάδα μετά από συνεδρίαση των επιτροπών εμπορίου και οικονομίας της Κυπριακής Βουλής, θα κοστίσει περίπου € 5.000.000, τα οποία θα καταβληθούν από το ειδικό ταμείο της Κύπρου για την ανάπτυξη και την προώθηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και της ενεργειακής απόδοσης.
Η εγκατάσταση των φωτοβολταϊκών συστημάτων στις οροφές αναμένεται να ξεκινήσει το 2013, αμέσως μετά την έγκριση του προϋπολογισμού από το κυπριακό κοινοβούλιο.
Η επιλεξιμότητα των νοικοκυριών για να συμμετάσχουν στο πρόγραμμα θα βασίζεται εξ ολοκλήρου σε εισοδηματικά κριτήρια. Όλες οι εγκαταστάσεις φωτοβολταϊκών στέγης θα πρέπει να συνδεθούν με το δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας της Αρχής Ηλεκτρισμού της Κύπρου (ΑΗΚ), μέσω net metering.
Ο Λευτέρης Χριστοφόρου, επικεφαλής της Επιτροπής Εμπορίου, δήλωσε στους δημοσιογράφους ότι μετά την εγκατάσταση των φωτοβολταϊκών συστημάτων, το κόστος ηλεκτρικής ενέργειας των 2.000 νοικοκυριών που θα συμμετάσχουν στο πρόγραμμα θα είναι περίπου 80% λιγότερο, από τις τρέχουσες δαπάνες.
Ενώ η επιτροπή εμπορίου στηρίζει ενεργά την επέκταση του καθαρού προγράμματος μέτρησης σε όλη την Κύπρος, προκειμένου να παράσχει τα νοικοκυριά με την ευκαιρία να μειώσει τους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος και μικρές επιχειρήσεις να αυξήσουν την ανταγωνιστικότητά τους, Χριστοφόρου είπε ότι ήταν ασαφές, ενώ το καθαρό μέτρησης θα είναι διαθέσιμα σε όλα τα ενδιαφερόμενα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, λόγω τεχνικών θεμάτων που έπρεπε ακόμη να επιλυθεί.
Η κυπριακή κυβέρνηση, πρόσθεσε ο Χριστοφόρου, θέλει να επεκτείνει σταδιακά το πρόγραμμα net metering σε όλη τη χώρα, έτσι ώστε η ΑΗΚ να μπορεί να αντιμετωπίσει καλύτερα την επέκταση του δικτύου. Ζήτησε, ακόμα, από την κυβέρνηση να ενεργήσει γρήγορα για να προσθέσει περισσότερες εγκαταστάσεις net metering, το 2014 και το 2015.
Η Κύπρος παρουσίασε πολιτικές net metering για οικιακά φωτοβολταϊκά συστήματα, τον Απρίλιο του 2013. Το Μάιο, το Πανεπιστήμιο Κύπρου ανακοίνωσε ότι θα οδηγήσει ένα € 1.300.000 ευρωπαϊκό ερευνητικό πρόγραμμα net metering, που θα χρηματοδοτηθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η νέα κυπριακή κυβέρνηση, που εξελέγη το Φεβρουάριο, έχει εκφράσει σχέδια για να ενισχύσει την προβληματική τοπική οικονομία μέσω της ανάπτυξης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και επενδύσεων στον πράσινο τομέα. Εισάγοντας πολιτικές net metering για οικιακά φωτοβολταϊκά συστήματα τον Απρίλιο και χρηματοδοτώντας φωτοβολταϊκές εγκαταστάσεις οροφής για 2.000 οικογένειες χαμηλού εισοδήματος, θεωρούνται ως τα πρώτα, σε μια σειρά από μέτρα για την προώθηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην Κύπρο.